Eίναι χρόνια πάθηση του μεταβολισμού των οστών, κατά την οποία παρατηρείται σταδιακή μείωση της πυκνότητας και ποιότητάς τους, με αποτέλεσμα αυτά με την πάροδο του χρόνου να γίνονται πιο εύθραυστα και λεπτά. Έτσι προκαλείται αυξανόμενος κίνδυνος κατάγματος (σπασίματος) των οστών, καθώς μειώνεται η ανθεκτικότητα και η ελαστικότητά τους. Η Οστεοπόρωση δεν προκαλεί πόνο ή άλλα συμπτώματα, παρά μόνο αν υπάρξει κάταγμα. Μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα απώλεια ύψους, σοβαρή οσφυαλγία και αλλαγή της στάσης του σώματος, ενώ μπορεί επίσης να επηρεάσει την ικανότητα ενός ατόμου να περπατά και να προκαλέσει παρατεταμένη ή μόνιμη αναπηρία. Οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν Οστεοπόρωση κατά την εμμηνόπαυση, καθώς περιορίζεται η παραγωγή του οιστρογόνου, μίας ορμόνης πολύ σημαντικής για τη διατήρηση της οστικής μάζας. Η οστεοπόρωση συνήθως δεν προκαλεί συμπτώματα στα αρχικά στάδια και η αρχική απώλεια οστικής μάζας περνάει πολλές φορές απαρατήρητη. Τα συμπτώματα της οστεοπόρωσης εμφανίζονται όταν τα οστά έχουν εξασθενίσει σημαντικά και μπορεί να περιλαμβάνουν πόνο στην πλάτη, που προκαλείται από κάταγμα σε σπόνδυλο, απώλεια ύψους με την πάροδο του χρόνου και κατάγματα χαμηλής βίας ειδικά στο ισχίο και τον καρπό. Θεραπεία
Η θεραπεία της οστεοπόρωσης περιλαμβάνει τόσο φαρμακευτικούς παράγοντες όσο και συστάσεις για αλλαγή του τόπου ζωής όπως είναι φυσική άσκηση, λήψη αρκετής ποσότητας ασβεστίου με την τροφή, διακοπή του καπνίσματος και ελάττωση του αλκοόλ. Υπάρχει μια πληθώρα φαρμακευτικών ουσιών όπως είναι αυτά που σχετίζονται με την απορρόφηση ασβεστίου, αυτά που ροάγουν την δημιουργία οστικής μάζας και αυτά που κάνουν και τα δύο. Θα πρέπει πάντα να συνδυάζονται με την λήψη ασβεστίου και βιταμίνης D. Φαρμακευτική αγωγή
Υπάρχει πληθώρα φαρμάκων για την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης. Μια κατηγορία αυτών μειώνει την οστική απώλεια ενώ μια άλλη αυξάνει την οστική παραγωγή. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει η Ραλοξιφαίνη (εκλεκτικόςτροποποιητής των οιστρογονικών υποδοχέων – SERMS),τα Διφωσφονικά (ετιδρονάτη, αλενδρονάτη, ριζεδρονάτη, ιμπανδρονάτη, ζολενδρονάτη) και η Ντενοσουμάμπη, ενώ η Παραθορμόνη και το Ρανελενικό στρόντιο ανήκουν στη δεύτερη.
Η επιλογή και η έναρξη της θεραπευτικής αγωγής, ποια φάρμακα και για πόσο διάστημα, είναι κάτι που θα αποφασιστεί από τον θεράποντα με βάση το ιστορικό, την ηλικία, το φύλο και την βαρύτητα της νόσου. Η οδός χορήγησης τους ποικίλλει. Κάποια χορηγούνται από το στόμα, είτε κάθε ημέρα είτε κάθε εβδομάδα ή μια φορά τον μήνα άλλα με υποδόρια ή ενδοφλέβια ένεση σε διαστήματα που κυμαίνονται από μία φορά το εξάμηνο μέχρι και ετησίως. Αξίζει να διευκρινιστεί ότι συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνη D πρέπει να λαμβάνονται παράλληλα με την όποια θεραπεία για οστεοπόρωση. Η μονάδα μας αναλαμβάνει περιστατικά με οστεοπόρωση.